παντοθενικό οξύ

παντοθενικό οξύ
Βιταμίνη του συμπλέγματος Β. Είναι πολύ διαδεδομένο, σε μικρές ποσότητες, στο ζωικό και στο φυτικό κόσμο, αλλά αφθονεί επίσης στη μαγιά της μπίρας και στο ήπαρ. Η απουσία του από τον ανθρώπινο οργανισμό, όπως και των άλλων βιταμινών Β, εκδηλώνεται συνήθως στην μπέρι μπέρι, στην πελάγρα κ.α. Επειδή έχει μεγάλη σημασία για τον τροφισμό του ήπατος και του νεφρικού ιστού, ενδείκνυται στις ηπατοπάθειες και στην ανεπάρκεια των επινεφριδίων. Χρησιμοποιείται, με το σύμπλεγμα Β, στις σμηγματορροϊκές δερματίτιδες και σε παθήσεις των μαλλιών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • βιταμίνες — Ουσίες που βρίσκονται, σε πολύ μικρές ποσότητες, στις τροφές των ζώων και του ανθρώπου και είναι απαραίτητες για τη φυσιολογική ανάπτυξη και την υγεία τους. Παντελής ή μερική στέρηση μίας ή περισσότερων β. από το διαιτολόγιο προκαλεί παθολογικές… …   Dictionary of Greek

  • λακτόνες — Οργανικές ενώσεις που προκύπτουν από υδροξυοξέα, έπειτα από ένωση της καρβοξυλικής ομάδας με το αλκοολικό υδροξύλιο του ίδιου μορίου. Οι δύο ομάδες ενώνονται όπως στους εστέρες με απομάκρυνση ενός μορίου νερού, και γι’ αυτό οι λ. ονομάζονται… …   Dictionary of Greek

  • παντοθενικός — ή, ό φρ. «παντοθενικό οξύ» (βιοχ.) η βιταμίνη Β5, που είναι βασική για τον μεταβολισμό τών ζώων και αποτελεί αυξητικό παράγοντα τών ζυμών και ορισμένων βακτηρίων. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. pantothenic (acid) < αρχ. πάντοθεν «από όλα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”